ΥΠΟΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΥΗΣΗ
Ο υποθυρεοειδισμός της μητέρας που δεν παίρνει θεραπεία οδηγεί σε ανεπαρκή ποσότητα θυρεοειδικών ορμονών για την ανάπτυξη των οργάνων και κυρίως του εγκεφάλου του εμβρύου κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Η ενδογενής παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης δεν μπορεί να αυξηθεί σε μία γυναίκα με υποθυρεοειδισμό. Σε αυτήν την περίπτωση θα πρέπει να προσαρμοστεί η δόση της εξωγενώς χορηγούμενης λεβοθυροξίνης (LT4). Εάν αυτό δεν συμβεί, η γυναίκα θα καταλήξει με υποθυρεοειδισμό, ενώ λαμβάνει την ίδια ακριβώς δόση που την κρατούσε ευθυροειδική πριν την εγκυμοσύνη, με αποτέλεσμα το έμβρυο να μην έχει επαρκή ποσότητα θυροξίνης.
Επιστροφή στην αρχήΟ υποθυρεοειδισμός της μητέρας οδηγεί σε ανεπαρκή ποσότητα θυρεοειδικών ορμονών για την ανάπτυξη των οργάνων και κυρίως του εγκεφάλου του εμβρύου. Ακόμη και υποκλινικός υποθυρεοειδισμός σχετίζεται με:
Οι μελέτες δείχνουν ότι οι αυξημένες ανάγκες σε θυροξίνη ή λεβοθυροξίνη αυξάνουν σταδιακά από την 4-6 έως την 16-20 εβδομάδα της κύησης, όπου και σταθεροποιούνται μέχρι τον τοκετό.
Τόσο ο υποθυρεοειδισμός όσο όμως και η απλή παρουσία αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων χωρίς άλλη διαταραχή της θυρεοειδικής λειτουργίας, σχετίζονται με σημαντικές επιπλοκές, όπως:
Επιπλέον, η παρουσία αντισωμάτων αυξάνει τον κίνδυνο μίας παροδικής συνήθως θυρεοειδίτιδας κατά την λοχεία, μέχρι και ένα έτος μετά τον τοκετό.
Επιστροφή στην αρχήΙδανικά λοιπόν, μία γυναίκα με γνωστό υποθυρεοειδισμό, που προγραμματίζει μία εγκυμοσύνη θα πρέπει να απευθυνθεί στον ενδοκρινολόγο της, ώστε να ελέγξει τα επίπεδα της TSH της και να προσαρμόσει κατάλληλα την δόση της λεβοθυροξίνης που παίρνει, με σκοπό να φέρει την TSH στα επιθυμητά για την εγκυμοσύνη επίπεδα. Κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης και καθώς οι ανάγκες σε θυροξίνη αυξάνουν σταδιακά στο πρώτο μισό της κύησης, τακτικός έλεγχος της θυρεοειδικής λειτουργίας επιβάλλεται και αναπροσαρμογή της δόσης.
Πέρα όμως από τον γνωστό προϋπάρχοντα υποθυρεοειδισμό, στην εγκυμοσύνη μπορεί επίσης να αναπτυχθεί υποθυρεοειδισμός. Σε χώρες όπως η Ελλάδα με επαρκή πρόσληψη ιωδίου από την τροφή, η πιο συχνή αιτία υποθυρεοειδισμού στην εγκυμοσύνη είναι η χρόνια αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα (Hashimoto). Οι γυναίκες με οικογενειακό ιστορικό θυρεοειδικής νόσου ή με συμπτώματα που παραπέμπουν σε υποθυρεοειδισμό πρέπει να μετρήσουν την θυρεοειδική λειτουργία τους στο αίμα.
Συνεπώς, η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία της θυρεοειδικής δυσλειτουργίας στην εγκυμοσύνη, έχει διπλή σημασία, αφού προστατεύει τόσο το έμβρυο όσο και την μητέρα.
Επιστροφή στην αρχή